Ζυθοποιία Μάμου

Η οικογένεια Μάμου έχει πλούσια παράδοση στον χώρο της ελληνικής ζυθοποιίας, συνδέοντας άρρηκτα το όνομά της με τη δημιουργία και την εξέλιξη του κλάδου στην Ελλάδα. Ο Λορέντζος Μάμος ήταν ο πρώτος Έλληνας που ασχολήθηκε με την ζυθοποιία, ανοίγοντας ζυθοποιείο - ζυθοπωλείο στην πόλη των Πατρών το 1876. Ο γιος του, Πέτρος Μάμος (1880-1957), υπήρξε ο πρώτος Έλληνας διπλωματούχος ζυθοποιός και ένας από τους πρωτεργάτες της ανάπτυξης, σε βιομηχανικό επίπεδο, της Ελληνικής ζυθοποιίας.

Το υλικό αυτό έχει ευγενικά παραχωρηθεί στη Βιβλιοθήκη για μη αποκλειστική χρήση από τον κ. Παναγή Μάμο, με στόχο την πρόσβαση του κοινού σε ένα σημαντικό κομμάτι της βιομηχανικής ιστορίας της πόλης της Πάτρας και της χώρας. Η χρήση του περιεχομένου επιτρέπεται μόνο για ερευνητικούς και διδακτικούς σκοπούς.

Ιστορικό

Στη μεγάλη χρονική διαδρομή από το έτος 1876, όταν για πρώτη φορά η οικογένεια ασχολήθηκε με τη ζυθοποιία στην Πάτρα, διακρίνουμε τους εξής ιδιαίτερα σημαντικούς σταθμούς στην ιστορία της «Μπύρας Μάμος», της πρώτης Ελληνικής δημιουργίας μπύρα στην Ελλάδα.

1876

Ο Λορέντζος Μάμος (Ζάκυνθος 1843 - Αθήνα 1932) ξεκινά την επιχειρηματική του δραστηριότητα στην Πάτρα το 1866 με την ίδρυση εργοστασίου παραγωγής πολυτελών αμαξών. Στη συνέχεια, με την παρότρυνση και υποστήριξη της συζύγου του Ελίζας και του πεθερού του Ιωάννη Γεωργ. Φιξ, ο οποίος λειτουργούσε ζυθοποιείο στην Αθήνα, αποφασίζει να επεκτείνει την επιχειρηματική του δραστηριότητα πέρα από τον κλάδο της αμαξοποιίας, η οποία, μέχρι τον θάνατό του, αποτελεί την κύρια επιχειρηματική του δραστηριότητα. Το 1876 ανοίγει στην Πάτρα το πρώτο χειροκίνητο ελληνικής ιδιοκτησίας ζυθοποιείο - ζυθοπωλείο. Η μετοίκηση του Λορέντζου Μάμου και της οικογένειάς του στην Αθήνα για επαγγελματικούς και οικογενειακούς λόγους έχει ως αποτέλεσμα το ζυθοποιείο να διακόψει τη λειτουργία του.

1879

Ο Λορέντζος Μάμος μεταφέρει την επιχειρηματική του δραστηριότητα στην Αθήνα όπου αρχικά ιδρύει εργοστάσιο αμαξοποιίας, το οποίο εξελίσσεται σε εργοστάσιο κατασκευής αμαξωμάτων αυτοκινήτων (στην οδό Μυλλέρου). Αργότερα εισάγει επίσης αυτοκίνητα, ως αντιπρόσωπος διαφόρων κατασκευαστών.

1898

Ο Λορέντζος Μάμος και ο Γεώργιος Λίβερτ ιδρύουν εργοστάσιο ζυθοποιίας - παγοποιίας και ζυθοπωλείο στην οδό Νεοφύτου Βάμβα στο Κολωνάκι με την ονομασία «Γαμβρίνος». Στη Διεθνή Έκθεση της Πράγας απονέμεται στο ζυθεργοστάσιο Λ. Μάμου - Γ. Λίβερτ το «χρυσούν βραβείον δια την αγνότητα και γευστικότητα του ζύθου αυτού». Αποσπά επίσης χρυσό βραβείο στη Διεθνή Έκθεση Τεργέστης.

1901

Ο Λορέντζος Μάμος ιδρύει νέο ζυθοποιείο - ζυθοπωλείο στα Ιλίσια.

1906

Ο Λορέντζος Μάμος αναστέλλει τη ζυθοποίηση, αδυνατώντας να ακολουθήσει τον ανταγωνισμό μεταξύ των δύο μεγάλων ζυθοποιείων της εποχής εκείνης, του Καρόλου Ιωαν. Φιξ και των Αδελφών Κλωναρίδη. Ο Λορέντζος Μάμος επιστρέφει αποκλειστικά στην κύρια επαγγελματική του δραστηριότητα, στην εταιρεία «Αθηνά Α.Ε.» («ΑΘΗΝΑ»- ΑΝΩΝ. ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ. Διεύθυνσης και Γραφεία: Οδός Σταδίου 24 - Αθήναι, Εργοστάσια: Οδός Μυλλέρου 23 και Λεωφόρος Συγγρού. Εκθέσεις και Πρατήρια: Οδός Σταδίου 24 και Οδός Πατησίων 49. Τηλεγρ. Διεύθυνσης: «ΑΤΗΕΝΑUΤΟ». Aριθ. Τηλεφώνου 13-10).

1907

Τον Σεπτέμβριο αρχίζουν οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Πέτρου Μάμου και «Σταφιδεμπορικού Οίκου Άμβουργερ», για την από κοινού ίδρυση ζυθοποιείου και παγοποιείου στην Πάτρα. Ο Πέτρος Μάμος συντάσσει την τεχνοοικονομική μελέτη και το επιχειρηματικό σχέδιο της νέας μονάδας. Ο σχεδιασμός περιλαμβάνει τον σχεδιασμό των αναγκαίων κτηριακών εγκαταστάσεων - βιομηχανοστασίων και του μηχανολογικού εξοπλισμού για την παραγωγή 5.000 εκατόλιτρων σε πρώτο στάδιο ή 400.000 οκάδων ζύθου ετησίως. Επιπλέον, εξετάζεται η προοπτική της προοδευτικής αύξησης της παραγωγικής δυναμικότητος, ώστε η μονάδα να είναι σε θέση να ανταποκρίνεται στις μελλοντικές αυξήσεις της ζήτησης.

Αφού η εν λόγω μελέτη εγκρίνεται από τον Οίκο Άμβουργερ (εκπροσωπούμενο από τον Αλβέρτο Άμβουργερ), ιδρύεται το «Πατραϊκό Εργοστάσιο Ζυθοποιίας και Παγοποιίας ΜΑΜΟΣ & ΣΙΑ», στην ίδια περιοχή (Μέση Αγυιά), όπου ήταν εγκατεστημένο και το εργοστάσιο οινοποιίας - οινοπνευματοποιίας του Οίκου. Ειδικότερα, ο Οίκος Άμβουργερ χρηματοδότησε το μεγαλύτερο μέρος του επιχειρηματικού σχεδίου που κατάρτισε ο Πέτρος Μάμος και αφορούσε την ίδρυση και λειτουργία ζυθοποιείου και παγοποιείου. Εκτός από την καταβολή της δικής του συμμετοχής κατά 50% στο κεφάλαιο της εταιρείας, κατέβαλε και σημαντικό μέρος της συμμετοχής -κατά 50% του Πέτρου Μάμου σε αυτήν- με την παροχή έντοκου δάνειου προκειμένου να καλύψει αυτός το όλο ποσοστό συμμετοχής του στην εταιρεία.

Τον Νοέμβριο του 1907 ξεκινά η υλοποίηση του φυσικού αντικειμένου του επιχειρηματικού σχεδίου.

1908

Για την εγκατάσταση του εργοστασίου, παραχωρούνται 7.500 τετραγωνικά μέτρα ιδιόκτητης έκτασης της συζύγου του Αλβέρτου Άμβουργερ στην περιοχή της Μέσης Αγυιάς, δίπλα στη σιδηροδρομική γραμμή των ΣΠΑΠ. Το εργοστάσιο θεμελιώνεται στις 13 Ιουλίου 1908. Η εκσκαφή μεταλλίου με την εικόνα του Χριστού κατά τη θεμελίωση εκλαμβάνεται ως καλός οιωνός.

Η ολοκλήρωση του εργοστασίου αποτελεί ένα πραγματικό τεχνολογικό επίτευγμα για την εποχή. Οι διαθέσιμες υποδομές στην Πάτρα αδυνατούν να εκμεταλλευτούν τη νέα τεχνολογία για την παραγωγή τεχνικού ψύχους σε βιομηχανικό επίπεδο, αναγκαία προϋπόθεση όμως για την παραγωγή υψηλών προδιαγραφών μπύρας τύπου lager και παγοκολόνων για την τροφοδοσία επαγγελματικών και οικιακών ψυγείων. Για την κίνηση του εργοστασίου σε πρώτο στάδιο χρησιμοποιείται ο ατμός· συμπιεστές αμμωνίας για την παραγωγή τεχνικού ψύχους για τους θαλάμους ζυμώσεως και σιτεύσεως του ζυθογλεύκους, αλλά και την παραγωγή παγοκολόνων. Για την προμήθεια του απαραίτητου μηχανολογικού εξοπλισμού ο Πέτρος Μάμος ταξιδεύει τον Φεβρουάριο του 1908 σε Γερμανία και Γαλλία για επιτόπου τελικές διαπραγματεύσεις με τους προμηθευτές. Χρησιμοποιεί εξαιρετικές ποικιλίες βύνης, λυκίσκου και μαγιάς που εισάγει από τη Γερμανία και την Τσεχία και παραδοσιακές συνταγές, τις οποίες συνεχώς εξελίσσει με δικές του τεχνικές. Οι τεχνικές είναι αποτέλεσμα συνεχών προσπαθειών, ερευνών και δοκιμών από τον ίδιο κατά το στάδιο παραγωγής του ζυθογλεύκους (ανάμιξη διαφόρων εκλεκτών ποιοτήτων βύνης, προσέγγιση ιδανικών χρόνων επίτευξης της μεγαλύτερης δυνατής απόδοσης στις φάσεις σακχαροποίησης και βρασμού - συμπύκνωσης του ζυθογλεύκους) και κατά το στάδιο ζύμωσης (επιλογή και καλλιέργεια διαφόρων ποιοτήτων μαγιάς) και ωρίμανσης.

Οι καινοτομίες αυτές οδηγούν στη δημιουργία ενός μοναδικού και αρμονικά ισορροπημένου προϊόντος: καθαρότητα και χρωματική λαμπρότητα, πλούσιος αφρός, άρωμα λυκίσκου και μαγιάς, διακριτή γεύση και επίγευση. Ακολουθεί αυστηρά σε όλα τα στάδια τον γερμανικό νόμο του 1516 «περί καθαρότητας» (Reinheitsgebot) του Βαυαρού δούκα Γουλιέλμου του Δ'. Σύμφωνα με τον νόμο, τα εγκατεστημένα στη Βαυαρία ζυθοποιία για την παραγωγή ζύθου θα πρέπει να χρησιμοποιούν αποκλειστικά και μόνο νερό, βύνη κριθαριού, λυκίσκο και μαγιά, απαγορεύοντας οποιοδήποτε άλλο υλικό.

1909

Τα εγκαίνια του εργοστασίου πραγματοποιούνται τον Νοέμβριο του 1909 σε τρία διαφορετικά σημεία: στις 7 Νοεμβρίου 1909, με μεγάλη επισημότητα, στο εργοστάσιο στην Αγυιά, στη συνέχεια στη μπυραρία «των αδελφών Μαράτου» στην Πάτρα και στις 8 Νοεμβρίου 1909 στην Αθήνα, στο ζυθοπωλείο «ΗΒΗ» του ζυθοπώλου Νικολάου Γιακουμάκη στην πλατεία Ομονοίας. 

1910

Στο υποκατάστημα του οίκου Άμβουργερ στη γερμανική πόλη Λουντβιχσχάφεν (Ludwigshafen), παράλληλα με την εξαγωγή οίνου πραγματοποιούνται οι πρώτες εξαγωγές «Μπύρας Μάμος». Για τον σκοπό αυτό είχαν εισαχθεί από το εξωτερικό ειδικές φιάλες ζύθου με ανάγλυφη την επωνυμία της επιχείρησης, στη γαλλική και τη γερμανική γλώσσα («BRASSERIE MAMOS & Co. PATRAS - Marque Deposee» και «Patraser Bierbrauerei Mamos & Co».

Η Πατραϊκή Ζυθοποιία Μάμος & Σία γίνεται η πρώτη ελληνική ζυθοποιία που εξάγει ζύθο ελληνικής παραγωγής στο εξωτερικό. Την «Μπύρα Μάμος» (ποιοτικές κατηγορίες Muenchener Helles, Pils, Bock Salvator) προτιμούσε o Γερμανός Αυτοκράτορας Γουλιέλμος ο Β', κατά τη διάρκεια των διακοπών του στην Κέρκυρα τα έτη 1910-1914, την οποία προμήθευε ο αντιπρόσωπος της ζυθοποιίας στην Κέρκυρα κ. L. Dobey. Παραθέτουμε απόσπασμα από το «Πανελλήνιο Λεύκωμα Εθνικής Εκατονταετηρίδος» όπου τεκμαίρεται η ποιότητα της «Μπύρας Μάμος» και η μεγάλη ζήτηση:

«του εξαίσιου τούτου ποτού ηκολούθησε τοιαύτη ζήτησις, ώστε ταχέως ο ζύθος 'Μάμου' κατέλαβε την ανήκουσαν αυτώ θέσιν παρά τοις Έλλησι ζυθοπόταις, αλλά και παρά τοις εν Ελλάδι διαμένουσιν ξένοις, ιδίως τοις Γερμανοίς, αίτινες εύρον εν αυτώ την γεύσιν, το γούστον και την διαύγειαν του ζύθου της πατρίδος των».

1912

Ο Οίκος Άμβουργερ & Σία οδηγείται σε πτώχευση και γίνεται μεταβίβαση όλων των περιουσιακών στοιχείων του στην «ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΩΝ, ΕΞΑΓΩΓΩΝ, ΕΜΠΟΡΙΟΥ Α.Ε. (5Ε Α.Ε.)». Ακολουθούν διαπραγματεύσεις του Πέτρου Μάμου με την «5Ε Α.Ε.». Γίνεται εξαγορά του μεριδίου συμμετοχής που κατείχε ο οίκος Αμβουργερ & Σία στο «Πατραϊκό Εργοστάσιο Ζυθοποιίας και Παγοποιίας ΜΑΜΟΣ & ΣΙΑ» μέσω μακροπρόθεσμου δανεισμού. Κατά τη διάρκεια του Βαλκανικού πολέμου η εταιρεία «Μάμος» παρέχει δωρεάν πάγο στα εκστρατευτικά νοσοκομεία του ελληνικού στρατού.

1916

Γίνεται ηλεκτροδότηση του εργοστασίου με ιδιοπαραγωγή ρεύματος.

1920

Η συνεχής αύξηση της ζήτησης της «Μπύρας Μάμος» είχε ως αποτέλεσμα την επέκταση των εγκαταστάσεων του εργοστασίου.

1929

Η παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκει τη «Ζυθοποιία Μάμος» σε φάση υλοποίησης ενός νέου μεγάλου επενδυτικού προγράμματος επέκτασης των βιομηχανοστασίων της και ανανέωσης του χρησιμοποιούμενου κεφαλαιουχικού εξοπλισμού με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας. Μέρος του επενδυτικού προγράμματος χρηματοδοτείται από τραπεζικό δανεισμό. Η μείωση της ζήτησης του προϊόντος όμως και η αύξηση των επιτοκίων οδηγούν τον Πέτρο Μάμο σε δραστικές επιχειρηματικές πρωτοβουλίες για την επιβίωση της επιχείρησης.

1930

Ο Πέτρος Μάμος, προκειμένου να μειώσει τον τραπεζικό δανεισμό, μετατρέπει την επιχείρηση από Προσωπική Εταιρεία σε Ανώνυμο Εταιρεία με την είσοδο νέων επενδυτών. Παρά το γεγονός ότι πολλοί επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνταν στην Αθήνα και στην Πάτρα είχαν επιδείξει ζωηρό ενδιαφέρον να συμμετέχουν (μεταξύ άλλων και ο φίλος του Δημήτριος Νικολάου Χαραλαμπόπουλος, διαπρεπής μεγαλέμπορος και βιομήχανος κονσερβοποίησης ιχθυρών και αλιπάστων με εργοστάσια στην Πάτρα και την Πορτογαλία), προτίμησε να μην επιλέξει κάποιον μεταξύ αυτών. Μετά από παρότρυνση των αδελφών του και την επιρροή του καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Ερρίκο Σάσση (σύζυγος της αδελφής του Ιωάννας και αδελφός της συζύγου του Καρόλου Ιωάννου Φιξ Υακίνθης) αποφασίζει να προτιμήσει ως μετόχους στην εταιρεία την «Α.Ε. Κ. Φιξ» και τον Ιωάννης Φιξ ατομικώς (η «Α.Ε. Κ. Φιξ», μετά τον θάνατο του Καρόλου Ιωαν. Φιξ το 1922, διοικείται από τα πρώτα εξαδέλφια του Ιωάννη και Αντώνη Φιξ). Η επιλογή αυτή αποδεικνύεται τελικά λανθασμένη.

1932

Η Επιχείρηση επικεντρώνει τη δραστηριότητά της στην ψύξη και συντήρηση παντός είδους τροφίμων.

1941

Εισέρχεται στην επιχείρηση ο υιός του Πέτρου Μάμου, Λορέντζος Μάμος.

1950

Τίθεται σε επαναλειτουργία ο κλάδος της ζυθοποίησης της εταιρείας και, με αυστηρή προσήλωση στην παραδοσιακή διαδικασία και στις προδιαγραφές του ιδρυτή της, επιτυγχάνει την παραγωγή μπύρας εξαιρετικής ποιότητας. Η «Μπύρα Μάμος» προοδευτικά επανακτά την προτίμηση των καταναλωτών και σημαντικό μερίδιο στην ελληνική αγορά ζύθου.

1958

Στο τέλος της δεκαετίας του '50, εποχή βιομηχανικής ανασυγκρότησης της χώρας, αποφασίζεται η υλοποίηση νέου φιλόδοξου επενδυτικού προγράμματος εκσυγχρονισμού και επέκτασης των παραγωγικών εγκαταστάσεων του κλάδου ζυθοποιίας, ενώ καταργείται η λειτουργία του κλάδου της παγοποιίας.

1959

Η Εταιρεία εισέρχεται στον κλάδο των αναψυκτικών με ευεργετικά αποτελέσματα, τόσο στην αύξηση του κύκλου εργασιών και κερδοφορίας της, όσο και στην αύξηση του εισοδήματος των ελλήνων καλλιεργητών εσπεριδοειδών, αφού χρησιμοποιεί αποκλειστικά πρώτες ύλες ελληνικής παραγωγής.

1960

Παρατείνεται η χρονική διάρκεια λειτουργίας της Εταιρείας έως το 2000.

1963

Πραγματοποιείται εκσυγχρονισμός του λεβητοστασίου με την εγκατάσταση πέντε ατμογεννητριών: τέσσερις του οίκου Clayton και μία του οίκου Vaporax.

1969

Πραγματοποιείται εκσυγχρονισμός του εμφιαλωτηρίου με την προμήθεια και εγκατάσταση νέας εμφιαλωτικής γραμμής του γερμανικού οίκου Seitz, παραγωγικής δυναμικότητος 10.000 φιαλών των 500 ml /ώρα.

1976

Ο οξύς ανταγωνισμός με τις πολυεθνικές εταιρείες που λειτουργούσαν στη χώρα μας, όπως η «Αθηναϊκή Ζυθοποιία Α.Ε. - Amstel» και η «Henninger Α.Ε.», και με τις ελληνικής ιδιοκτησίας ζυθοποιίες, όπως η «Α.Ε. Κ. Φιξ» και η «Ελληνική Ζυθοποιία Α.Ε. - Μπύρα Α», και η επικείμενη είσοδος στην αγορά ζύθου της χώρας των πολυεθνικών εταιρειών Loewenbraeu (Ομιλος Κουμάνταρου) και Carlsberg (Ομιλός Κατσιάπη), οδηγεί την Εταιρεία να αναστείλει την παραγωγική της δραστηριότητα τον Νοέμβριο του 1979, ώστε να να διαφυλάξει τα κεφάλαιά της.

Σημαντικά πρόσωπα

Λορέντζος Μάμος του Πέτρου (1916 – 2005)

Σπούδασε, όπως και ο πατέρας του, στη Ζυθοποιητική Ακαδημία του Μονάχου. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του και αργότερα, εργάστηκε σε διάφορα βυνοποιία και ζυθοποιία της Βαυαρίας.

Κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού πολέμου συμμετείχε στις στρατιωτικές επιχειρήσεις και επέστρεψε στην Πάτρα μετά από την κατάρρευση του αλβανικού μετώπου.

Τον Οκτώβριο του 1941 διορίσθηκε Τεχνικός Διευθυντής στο «Πατραϊκόν Εργοστάσιον Ζυθοποιίας και Παγοποιίας Πέτρος Μάμος Α.Ε», ενώ το 1944 του ανατέθηκαν τα καθήκοντα του Διευθύνοντος Συμβούλου της εταιρείας.

Σε στενή συνεργασία με το Διοικητικό Συμβούλιο και με την συμπαράσταση του ανθρώπινου δυναμικού της εταιρείας κατόρθωσε να θέσει και πάλι σε λειτουργία τον τομέα ζυθοποίησης του εργοστασίου τον Ιούνιο του 1950. Ως κύριο μέλημά του είχε πάντα τον συνεχή τεχνολογικό εκσυγχρονισμό και τη χρήση αρίστης ποιότητας πρώτων υλών, ενέργειες που είχαν ως αποτέλεσμα την παραγωγή ζύθου εκλεκτής ποιότητας. Στην άριστη ποιότητα της παραγόμενης μπύρας οφείλονταν η συνεχής ανάπτυξη και επέκταση των πωλήσεων της εταιρείας, με αποτέλεσμα την επιτυχή επανατοποθέτηση της «Μπύρας Μάμος» στην ελληνική αγορά.

Οι παρεμβάσεις του στην επέκταση της δραστηριότητος της με την εμφιάλωση φυσικών χυμών ήταν καταλυτικές: αφενός διευθύνθηκε η παραγομένη ποικιλία προϊόντων και αυξήθηκαν τα οικονομικά μεγέθη της εταιρείας, αφετέρου βοήθησε στην απορρόφηση μεγάλων ποσοτήτων ελληνικής παραγωγής χυμών, ενέργεια εξαιρετικά επωφελής για το εισόδημα των καλλιεργητών εσπεριδοειδών και την εθνική οικονομία.

Στο ενεργητικό του καταγράφεται η επαναλειτουργία του τομέα ζυθοποίησης της επιχείρησης μετά την Κατοχή και η εξέλιξη της εταιρείας, με την ενσωμάτωση καινοτόμων και πρωτοποριακών στοιχείων. Η πρόοδός της συνείσφερε στην ανάπτυξη της πατραϊκής και γενικότερα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, δημιουργώντας συνεχώς νέες θέσεις απασχόλησης και πλούτο. Επί σειρά ετών υπήρξε Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Βιομηχάνων Πατρών.

Πρωτιές, Διακρίσεις της "Μάμος" - Ζυθοποιία

Η «Μπύρα Μάμος» αφήνει το στίγμα της στην ιστορία της ελληνικής ζυθοποιίας. Μέχρι την οικειοθελή έξοδό της από την αγορά επιδεικνύει επιτυχημένη δραστηριότητα και συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης των Πατρών. Οι ιδιαίτερες συνταγές και οι μέθοδοι παρασκευής των διαφόρων τύπων μπύρας, οι οποίες είχαν προσδώσει την διακριτή γεύση στη «Μπύρα Μάμος», καθώς και τα Εμπορικά Σήματα της επιχείρησης παραμένουν στους απογόνους της οικογένειας.

Πρωτιές που την κατέστησαν δικαιολογημένα, ως την πρωτοπόρο του κλάδου της Ελληνικής ζυθοποιίας:

  • Η πρώτη, ελληνικής ιδιοκτησίας, ζυθοποιία που ιδρύθηκε και λειτούργησε στην Ελλάδα (Πάτρα, 1876) από Έλληνα επιχειρηματία, τον Ζακυνθινό Λορέντζο Μάμο.
  • Η πρώτη ελληνική ζυθοποιία που βραβεύτηκε στο εξωτερικό, το 1898 στις Διεθνείς Εκθέσεις Πράγας και Τεργέστης, για την εξαιρετική ποιότητα του ζύθου της βάζοντας την μικρή τότε Ελλάδα, στον παγκόσμιο ζυθοχάρτη.
  • Η πρώτη ελληνική ζυθοποιία που βραβεύτηκε στην Διεθνή Έκθεση Αθηνών, το 1903, με το χρυσό μετάλλιο και δίπλωμα τιμής, το ανώτατο των Βραβείων, επίσης για την εξαιρετική ποιότητα του ζύθου της.
  • Ο ζύθος Μάμος ήταν πρώτος ελληνικής παραγωγής ζύθος που εξήχθη στο εξωτερικό (1904 Σμύρνη).
  • Ο Πέτρος Μάμος, γιός του Λορέντζου Μάμου, υπήρξε ο πρώτος Έλληνας διπλωματούχος ζυθοποιός.
Ζυθοποιία Μάμου